- τρυμαλίτις
- -ίτιδος, ἡ, Α(κατά τον Ησύχ.) προσωνυμία τής Αφροδίτης.[ΕΤΥΜΟΛ. < τρυμαλιά + κατάλ. -ῖτις (πρβλ. αρεοπαγ-ῖτις)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τρυμαλῖτις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)